Ημερομηνία03-11-2007
Η ΠΟΛΥ ΑΞΙΟΛΟΓΗ ΟΜΙΛΙΑ ΤΟΥ ΣΥΝΑΔΕΛΦΟΥ ΑΞΙΩΜΑΤΙΚΟΥ ΠΟΥ ΔΙΑΒΑΣΤΗΚΕ ΣΤΗΝ ΕΚΔΗΛΏΣΗ ΤΟΥ Α.Π.Σ. ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΠΕΤΕΙΟ ΤΗΣ 28ης ΟΚΤΩΒΡΙΟΥ .
Παραθέτουμε την ομιλία που διαβάστηκε στην εκδήλωση του Α.Π.Σ. για την επέτειο της 28ης Οκτώβρη του 1940.
Την πολύ αξιόλογη ομιλία του συνάδελφου Αξιωματικού την εντοπίσαμε στην ιστοσελίδα του Α.Π.Σ.
.
Θεωρούμε ότι σε στιγμές παντοδυναμίας της νέας τάξης πραγμάτων όπου γίνεται οργανωμένη προσπάθεια να αμφισβητηθούν και να σβηστούν από την μνήμη των λαών αξίες και ιδανικά όπως αυτά που ενέπνευσαν τον Ελληνικό Λαό και δημιούργησε την εποποιία του 1940- 1944, εμπνευσμένες ενέργειες σαν αυτή του συναδέλφου Αξιωματικού τις έχουμε όλοι μας ανάγκη για να αναπροσδιορίσουμε μέσα από τα διδάγματα της ιστορίας την στάση μας απέναντι στην σημερινή ζοφερή πραγματικότητα που βιώνουμε .
.
28η ΟΚΤΩΒΡΙΟΥ 1940
.
Κύριε Αρχηγέ, κύριοι υπαρχηγέ, επιτελείς, αξιωματικοί, υπαξιωματικοί, πυροσβέστες και πολιτικό προσωπικό του Πυροσβεστικού μας Σώματος. Συναδέλφισσες και συνάδελφοι. Γιορτάζουμε σήμερα για μια ακόμη φορά την 28η του Οκτώβρη, την επέτειο του θρυλικού ΟΧΙ που αντέταξε ο λαός μας στη φασιστική πρόκληση. Θυμόμαστε σήμερα όσους έδωσαν τη ζωή τους για τη λευτεριά της πατρίδας. Θυμόμαστε όλους τους πατριώτες που χάρισαν στον κόσμο την πρώτη αντιφασιστική νίκη. Τιμάμε τους νεκρούς μας, τιμάμε κι όσους αγωνιστές βρίσκονται ακόμα σήμερα ανάμεσά μας. Ορκιζόμαστε ότι θα ακολουθήσουμε το παράδειγμά τους αν χρειαστεί στις σημερινές κρίσιμες για τη χώρα μας ώρες.
Σήμερα δε θα σταθούμε σε πανηγυρικούς και θριαμβολογίες. Καμιά εξιστόρηση, καμιά περιγραφή, καμιά απεικόνιση, δε μπορεί να αποδώσει με λόγια την ουσία της ηρωικής εκείνης πραγματικότητας του έπους του 40. Και αυτό γιατί οι αγωνιστές του 40 απαιτούν από μας κάτι πιο απλό: να σκύψουμε για λίγο στη θυσία τους και να αντλήσουμε απ' αυτή οποιοδήποτε προβληματισμό και ερέθισμα αποβεί χρήσιμο για τη δική μα ζωή, για το δικό μας αγώνα που καθημερινά κι αδιάκοπα συνεχίζεται.
Ο ποιητής θα το πει με τα δικά του λόγια: Τ΄ αντρειωμένου ο θάνατος δίνει ζωή στη νιότη'. Η ιστορία δεν είναι παρά ένας ατελείωτος διάλογος ανάμεσα στο παρελθόν και στο παρόν. Εμείς έχουμε την τύχη οι ρίζες μας να έχουν ένα παρελθόν μοναδικό στον κόσμο. Αν για κάθε λαό η σχέση του με τα περασμένα έχει εξαιρετική σημασία, για την Ελλάδα δεν είναι νοητή η σταδιοδρομία της μέσα στο σύγχρονο πολιτισμό, αν η ζωή μας δεν ανθίσει πάνω στο χώμα όπου κρατεί τις ρίζες της. Τούτη η υποχρέωση μας οδηγεί στις μέρες εκείνες του '40. Όχι για να επαναπαυτούμε στις λαμπρές δάφνες του παρελθόντος αλλά για να μετουσιωθούν εκείνες οι αξίες και να γίνουν σπέρματα νέας ζωής. Τούτη η υποχρέωση μας θυμίζει την άνοδο του Χίτλερ στην εξουσία το 1933 όπου αρχίζει η αντίστροφη μέτρηση για τις τύχες του κόσμου.
Πράγματι θυμόμαστε. Οι ναζιστές κατάφεραν να επανεξοπλιστούν στα κρυφά, ενώ παράλληλα εκμεταλλεύτηκαν τη διστακτικότητα και την πολιτική της ειρήνης που με κάθε θυσία ακολουθούσαν οι Αγγλογάλλοι σύμμαχοι, για να φτάσουν πανέτοιμοι στην ώρα μηδέν.
Η συνάντηση των Χίτλερ -Μουσολίνι - Νταλαντιέ – Τσάμπερλαιν, στο Μόναχο το 1938, φανέρωσε πως μπορούσαν ανενόχλητα να προχωρήσουν στην εφαρμογή των κοσμοκρατορικών τους σχεδίων. Κάτι που έγινε: Πολωνία, Βέλγιο, Ολλανδία, Γαλλία, υπέκυψαν κάτω από τα κεραυνοβόλα πλήγματα των ναζιστών.
Ο φασίστας Μουσολίνι δεν μπορούσε να δεχθεί για την Ιταλία το δεύτερο ρόλο στην κατάκτηση του κόσμου. Ήθελε να παρουσιάσει κι αυτός ανάλογες επιτυχίες, στο αυριανό τραπέζι των αξονικών διαπραγματεύσεων για το μοίρασμα του κόσμου.
Το δικτατορικό καθεστώς του Μεταξά είχε επιβληθεί στις 4 Αυγούστου του 1936 με αποτέλεσμα στις κρίσιμες για τη χώρα μας ώρες του 40 ο λαός μας να είναι διχασμένος.
Την 3η πρωινή της 28ης Οχτώβρη το 1940 ο Ιταλός πρεσβευτής στην Αθήνα ξύπνησε το Μεταξά και του έδωσε τελεσίγραφο σύμφωνα με το οποίο η Ελλάδα θάπρεπε να επιτρέψει στους Ιταλούς να εγκατασταθούν στρατιωτικά στη χώρα μας, διαφορετικά το λόγο θα είχαν τα όπλα.
Έτσι, οδηγούμαστε πάνω στα ηρωικά βουνά της Πίνδου για τον υπέρ πίστεως και ελευθερίας αγώνα. Ο αδάμαστος ελληνικός λαός με την κήρυξη του πολέμου ξεχύθηκε στους δρόμους διαδηλώνοντας το μίσος του για τους φασίστες και την απόφασή του για αγώνα μέχρις εσχάτων. Αψηφώντας τους άναντρους Ιταλικούς αεροπορικούς βομβαρδισμούς πλημμύρισε τους δρόμους τραγουδώντας και δίνοντας τη δική του απάντηση στην πρόκληση, το δικό του μυριόστομο ΟΧΙ. Η συμφιλίωση επήλθε ακαριαία, ο διχασμός που είχε προκαλέσει η δικτατορία της 4ης Αυγούστου σαρώθηκε, οι επίστρατοι παρουσιάζονταν στις μονάδες κατάταξης, ντύνονταν κι αναχωρούσαν τραγουδώντας για το μέτωπο. Οι δυσκολίες απίστευτες για όσους δεν τις έζησαν. Οι γυναίκες της Πίνδου πιστές στο χρέος γράφουν τη δική τους χρυσή σελίδα δόξας. Ο ηρωισμός των μικρών ηρώων θνητών ματαίωσε τον περίπατο που πίστευαν ότι θα κάνουν οι φασίστες. Έτσι μεταβλήθηκε σε άτακτη υποχώρηση και ο πόλεμος μεταφέρθηκε στην Αλβανία.
Όμως η υπεράνθρωπη προσπάθεια του στρατού μας. ο σκληρός χειμώνας και κύρια η ηττοπάθεια της κυβέρνησης που δεν πίστευε στη νίκη, έφεραν μια ανάπαυλα στις επιχειρήσεις. Αυτό έδωσε τη δυνατότητα στους Ιταλούς να συνέλθουν, να αναδιοργανωθούν και να εξαπολύσουν τη λεγόμενη εαρινή επίθεσή τους. Η Ελλάδα όμως είχε πια αποκτήσει αυτοπεποίθηση. Η ιαχή «αέρα» που ξαναζωντάνεψε το «΄Ιτε παίδες Ελλήνων» και το «Ελευθερία ή θάνατος» έκοβε τα πόδια των Ιταλών. Η εαρινή επίθεση συντρίφτηκε. Τα παιδιά του Ιταλικού λαού, συνειδητοποιώντας την καταστροφή στην οποία οδηγούσε την Ιταλία ο φασίστας Μουσολίνι, δεν πολεμούσαν πια αλλά παραδίδονταν. Χιλιάδες οι αιχμάλωτοι και η θριαμβευτική πορεία του στρατού μας να συνεχίζεται. Κορυτσά, Άγιοι Σαράντα, Αργυρόκαστρο, οι πόλεις και τα χωριά έπεφταν διαδοχικά. Ο τελικός στόχος να πεταχτούν οι Ιταλοί στη θάλασσα, πλησίαζε.
Σε αυτή τη δύσκολη για τον άξονα ώρα ο Χίτλερ επενέβη για να σώσει την κατάσταση. Εισέβαλε στα Βαλκάνια στις 6 του Απρίλη του 1941 , προσέβαλε τις ελληνικές δυνάμεις στο Ρούπελ και τη λεγόμενη γραμμή Μεταξά. Ο κόσμος παρακολουθούσε με κομμένη την ανάσα την τιτάνια πάλη του λαού μας ενάντια σε δύο φασιστικές αυτοκρατορίες. Ο στρατός μας κράτησε ηρωικά τη Γερμανική επίθεση. Όμως η στρατιωτική ήττα ήρθε τώρα αναπόφευκτα. Οι Γερμανοί κατόρθωσαν να παρακάμψουν τις αμυντικές μας γραμμές και να μπουν στη Θεσσαλονίκη. Η κυβέρνηση συνθηκολόγησε κι έφυγε για τη Μέση Ανατολή. Το μέτωπο της Αλβανίας κατέρρευσε. Άρχισε η τραγική οπισθοχώρηση. Η τελευταία μάχη δόθηκε στην Κρήτη όπου οι Κρήτες άοπλοι κι ακέφαλοι έδωσαν τον υπέρ πάντων αγώνα.
Έτσι η χώρα μας βρέθηκε κάτω από την Κατοχή. Οι στιγμές ήταν τραγικές. Δυστυχία πείνα χιλιάδες νεκροί χιλιάδες πατριώτες στα αποσπάσματα. Το φρόνημα όμως του λαού μας δεν κάμφθηκε. Ο αγώνας συνεχίστηκε. Πέρα από τις μάχιμες μονάδες που οργανώθηκαν στη Μέση Ανατολή ο πιο μεγάλος αγώνας για την εθνική αναγέννηση κι απελευθέρωση συντελέστηκε στη ίδια μας τη χώρα. Οργανώθηκε η εποποιία της ενιαίας και αδιαίρετης Εθνικής μας Αντίστασης που κινητοποίησε το λαό, τον οργάνωσε, του ξανάδωσε την πίστη στη νίκη κι αγωνίστηκε ηρωικά και με συνέπεια κατά των κατακτητών. Μαχητικές διαδηλώσεις στις πόλεις, οργανώσεις για την αντιμετώπιση της πείνας και την φυγάδευση καταδιωκόμενων αγωνιστών και τέλος σκληρός αντάρτικος αγώνας στα βουνά, ήταν οι μορφές πάλης της Εθνικής Αντίστασης. Χιλιάδες έπεσαν σ' αυτόν τον αγώνα. Όμως οι κατακτητές δεν πήραν ούτε για μια στιγμή ανάσα. Τα χτυπήματα δίνονταν ως και μέσα στις πόλεις και η απελευθέρωση βρήκε ολόκληρη σχεδόν την ύπαιθρο και πολλές πόλεις έξω από την κυριαρχία του κατακτητή. Μια λεύτερη Ελλάδα δημιουργήθηκε και οργανώθηκε.
Γι αυτό θα ήταν παράλειψη και ασέβεια στην ιστορική μνήμη για μας τους Έλληνες, αν παράλληλα και μαζί με τους αγωνιστές του εθνικοαμυντικού μας αγώνα του 40 – 41 δεν τιμούσαμε και τους αγωνιστές του εθνικοαπελευθερωτικού μας αγώνα της περιόδου 41- 44. Τούτο γιατί η εθνική μας αντίσταση δεν είναι παρά η συνέχιση με άλλες μορφές υπέρτατου ηρωισμού και αυταπάρνησης του τιτάνιου αγώνα κατά του φασιστικού άξονα. Κι ο πόλεμος του '40, το γνωρίζουμε καλά, δεν κράτησε μόνο έξι μήνες αλλά τέσσερα ολόκληρα χρόνια και τα θύματα κατά τη διάρκεια της αντίστασης ήταν πολύ περισσότερα από τα θύματα του τακτικού πολέμου των έξι μηνών. Η αναγνώριση της ενιαίας και αδιαίρετης Εθνικής μας αντίστασης δεν αποτελεί μόνο δικαίωμα και αποκατάσταση των ανώνυμων κι επώνυμων αγωνιστών, αλλά και πράξη εθνικής περηφάνιας και συμφιλίωσης για τον πολύπαθο λαό μας.
Στον Εθνικοαπελευθερωτικό Αγώνα 1941-1944 δεν πήραν μόνο μέρος οι ένοπλοι και οι άλλοι αγωνιστές που πλαισίωναν τις αντιστασιακές οργανώσεις, αλλά και ολόκληρος ο πνευματικός κόσμος της χώρας. Λογοτέχνες, θεατρικοί συγγραφείς. συνθέτες, ηθοποιοί, ζωγράφοι, χαράκτες, δημοσιογράφοι. Εμπνεόμενοι από τον αγώνα για την ελευθερία και από τα ιδανικά της Αντίστασης όλοι σχεδόν οι πνευματικοί μας άνθρωποι δημιούργησαν μια νέα λογοτεχνία, ένα νέο θεατρικό λόγο, μια νέα μουσική, επαναστατικά τραγούδια, νέες μορφές εικαστικών τεχνών. Δημιούργησαν την Αντιστασιακή Τέχνη που ξεσήκωνε το λαό κατά των κατακτητών και συγχρόνως απαθανάτιζε τους αγώνες και τις θυσίες του. Η ελληνική αντιστασιακή Τέχνη πήρε τέτοια έκταση και δύναμη, που δεν συναντάται σε καμία άλλη κατεχόμενη χώρα. Η πολιτιστική έκρηξη, που άρχισε από τις πρώτες μέρες της Κατοχής και κορυφώθηκε το καλοκαίρι του 1944, υπήρξε ένα θαύμα που προοιώνιζε ένα λαμπρό μέλλον για το νεοελληνικό πολιτισμό. Δυστυχώς, όμως, η ιμπεριαλιστική επέμβαση, που με ραδιουργίες και με τα όπλα νίκησε τις αντιστασιακές δυνάμεις, διέκοψε την πνευματική αντίσταση του λαού μας.
Η Ελλάδα μας με τη νίκη της εναντίον των Ιταλών εισβολέων και με τη σθεναρή αντίσταση στο χιτλερικό στρατό, απέδειξε πρώτη ότι οι φασιστικές και ναζιστικές στρατιές που απειλούσαν την ανθρωπότητα δεν ήταν αήττητες. Οι λαοί της Ευρώπης αναθάρρησαν. Πως όμως συντελέστηκε αυτό το θαύμα; Είναι φανερό ότι υπήρξε ένας συναγερμός ψυχών, μιας ευρύτατης έκτασης ανάταση, ένας γενικευμένος σχεδόν ηρωισμός, μια εκπληκτική διάθεση αυτοθυσίας. Ένας λαός, που ενώ οι κατακτητές λεηλάτησαν τα πάντα και λιμοκτονούσε, συγκροτούσε αντιστασιακές οργανώσεις, διαδήλωνε αψηφώντας τα πάνοπλα κατοχικά στρατεύματα, έκανε σαμποτάζ στα στρατόπεδα, τα αεροδρόμια και τις αποθήκες τους και από τις πρώτες μέρες της Κατοχής έστελνε αντάρτες στα βουνά. Οι άνθρωποι των γραμμάτων και των Τεχνών, σχεδόν στο σύνολό τους, κράτησαν εχθρική στάση απέναντι στους καταχτητές και τους συνεργάτες τους και από την πρώτη στιγμή φρόντισαν να στείλουν μηνύματα που εκφράζανε την αντίθεσή τους σε κάθε ιδέα συναλλαγής και συμβιβασμού.
Το σύνθημα για την έναρξη της πνευματικής αντίστασης έδωσαν με πλήρη συναίσθηση των ευθυνών τους δυο ποιητές. Ο Άγγελος Σικελιανός και ο Κώστας Βάρναλης. Στο περιοδικό « Νέα Εστία» το Μάιο του 1941, ο Άγγελος Σικελιανός δημοσίευσε ένα μανιφέστο με τον τίτλο « Το σημερινό Ελληνοκεντρικό Πνευματικό αίτημα» που κατέληγε με την έκκληση: Ας εργαστούμε μέρα και νύχτα, κι ο καθένας στον τομέα του κι όσο δύναται ο καθένας και περισσότερο από κείνο που μπορεί, για ν΄ αναστήσει και να στήσει ανάμεσά μας και στον κόσμο την υπέρτατη Ελληνική ιδέα...
Ο Κ. Θ. Δημαράς σε επιφυλλίδα του στην εφημερίδα «Ελεύθερο Βήμα» της 31/5/1941 έγραφε: Είναι ανάγκη να συνειδητοποιήσουν οι πνευματικοί άνθρωποι, ότι δεν ανήκουν στον εαυτό τους, αλλά σε μια ολότητα και ότι από τη χιλιόχρονη ιστορία μας θ΄αντλήσουμε τα διδάγματα που μας χρειάζονται. Η ιστορία θα μας βοηθήσει να βρούμε τον εαυτό μας, να εκφραστούμε.
Ο Κ. Βάρναλης στα χρονογραφήματά του στην «Πρωία», προσδιόριζε το ρεαλιστικό περιεχόμενο της πνευματικής αντίστασης: να πλησιάσουν οι πνευματικοί άνθρωποι το Λαό, να βάλουν την καρδιά τους πάνω στην καρδιά του Λαού για να χτυπήσει ομόθυμα με κείνη, να στεριώσουν περισσότερο τις ζωντανές και γόνιμες δυνάμεις του Έθνους και να ξεριζώσουν τις στείρες πλάνες που έχει. Δεν έχουν το δικαίωμα να αρνηθούν αυτό το καθήκον με διάφορες θεωρίες «φυγής προς το Εγώ», που κρύβονται κάτω από τις αισθητικές φωνασκίες ή θεωρίες «παιδακισμού».
Όπως ήταν επόμενο οι πνευματικοί άνθρωποι που δε συμβιβάστηκαν με τον καταχτητή (δηλαδή η συντριπτική πλειοψηφία), χρησιμοποίησαν στην αρχή νόμιμα μέσα για να τον αντιπαλέψουν και πρώτα απ΄ όλα τις εφημερίδες και τα περιοδικά. Από τις καθημερινές εφημερίδες η πλέον πρόσφορη για πνευματική αντίσταση ήταν η «Πρωία». Εκτός από το καθημερινό χρονογράφημα του Κ. Βάρναλη, υπήρχαν οι επιφυλλίδες αλλά και η εβδομαδιαία φιλολογική σελίδα στην οποία συνεργάζονταν πολλοί και σημαντικοί πνευματικοί άνθρωποι όπως οι: Βασίλης Ρώτας, Νίκος Βέης, Άγγελος Τερζάκης, Λουκής Ακρίτας, Μ. Καραγάτσης, Ηλίας Βενέζης, Αδαμάντιος Παπαδήμας, Γ. Λαμπρινός, Εμμανουήλ Κριαράς, Γ.Φουσάρας, Α. Καρζής, Απόστολος Σαχίνης, Γ. Θεοτοκάς, Νικηφόρος Βρεττάκος, Μενέλαος Λουντέμης, Μανόλης Χατζηδάκης, Δημ. Βεζύρογλου, Γ. Πράτσικας, Παύλος Φλώρος, Γ. Βαλέτας, Κώστας Σούκας, Τ. Αθανασιάδης, Άγγελος Δόξας, Κ. Μπίρης, Ασημάκης Πανσέληνος, Γ. Καραπάνος, Ναπολέων Λαπαθιώτης, Α. Παπαγιαννόπουλος - Παλαιός, Κ. Λώλος, Μήτσος Λυγίζος, Ι Κουτσοχέρας κ.α.
Στο «Ελεύθερο Βήμα» συνεργάζονταν με επιφυλλίδες και κριτικές οι Κ. Θ. Δημαράς, Μιχ. Ρόδας και Μαρίνος Καλλιγάς.
Στα «Αθηναϊκά Νέα» συνεργάζονταν οι Γρηγόρης Ξενόπουλος και Δημήτρης Ψαθάς.
Από τα περιοδικά η «Νέα Εστία» είχε τακτικές συνεργασίες των Στρατή Μυριβήλη, Κ. Θ. Δημαρά, Γιάννη Κορδάτου, Λίνου Πολίτη, Ν. Βέη, Γ. Θ. Ζώρα, Γ. Θεοτοκά, Γ. Μπεράτη, Π. Φλώρου, Νάσου Δεσώρτζη, Θανάση Πετσάλη, Γ. Βαλέτα, Άγγ. Τερζάκη, Θρασύβουλου Σταύρου, που με κριτικές και φιλολογικές μελέτες, δίδασκαν, φρονημάτιζαν το αναγνωστικό κοινό και τόνωναν το πατριωτικό συναίσθημα, αλλά και στηλίτευαν τα κάθε λογής κακά της εποχής (μαυραγοριτισμός, τρομοκρατία κ.λπ.)
Στο περιοδικό «Πειραϊκά Γράμματα» συνεργάζονταν και έγραφαν τολμηρότατα κείμενα οι: Μενέλαος Λουντέμης, Χρίστος Λεβάντας, Έλλη Αλεξίου, Λ. Παυλίδης, Λέων Κουκούλας, Γιάννης Κορδάτος, Ρήγας Γκόλφης, Στρ. Μυριβήλης, Γ. Θ. Ζώρας, Κλέων Παράσχος, Θ. Μουστοξύδης,Γ. Βαλέτας.
Το καλοκαίρι του 1944, σε περίοδο έντονης τρομοκρατίας (μπλόκα Κοκκινιάς, Καλλιθέας, Δουργουτιού, Υμηττού κ.λ.π.) ο Ν. Καζαντζάκης έδωσε στα «Γράμματα» ένα χορικό από τον Προμηθέα – Πυρφόρο –Δεσμώτη – Λυόμενο, που ήταν μοιρολόι για το χαμό των λεβέντηδων:
Πως τους γέννησες, Μάννα, τους γίγαντες / σε ουρανού σφιχταγκάλιασμα / μαλλιαρούς, θαρσερούς, πολυκέφαλους / και κρυφά τους καμάρωνες! / τους Θεούς να χιμούν να γκρεμίσουνε!
Το 1944 εκδόθηκαν στην Αθήνα άλλα τρία φιλολογικά περιοδικά: τα « Φιλολογικά Χρονικά», τα « Καλλιτεχνικά Νέα» και τα «Νέα Γράμματα». Στο πρώτο συνεργάζονταν οι Μ. Λουντέμης, Ν. Πεντζίκης, Ν. Παππάς, Μ. Σακελαρίου, Γ. Σφακιανάκης, Ρίτα Μπούμπη - Παππά, Γ. Βαλέτας, Ν. Γκάτσος, Γ. Θέμελης, Νικηφόρος Βρεττάκος, Εύα Βλάμη, Ζωή Καρέλλη, Βάσος Βαρίκας, Μάριος Πλωρίτης, Κλ. Παράσχος, Ι. Μ. Παναγιωτόπουλος κ.α.
Δείγμα της γραμμής του περιοδικού αποτέλεσε και ένα ποίημα του Νίκου Παππά με τίτλο η «Κυριακάτικη Ποίηση» που ήταν μια επίθεση εναντίον εκείνων που έγραφαν « ανάερα, φωτεινά, γαλάζια επιδερμικά ποιήματα, χωρίς να ακούνε άλλους ήχους, κανένα βογκητό, καμιά φωνή που να μοιάζει με ανθρώπινη».
Στα «Νέα γράμματα» συνεργάζονταν οι υπερρεαλιστές Νίκος Εγγονόπουλος, Οδυσσέας Ελύτης, Νίκος Γκάτσος, Μίλτος Σαχτούρης, Δ. Κόρσος, Ελένη Βακαλό, Μάτση Ανδρέου, δημοσιεύθηκαν όμως και δύο ανέκδοτα ποιήματα των Κωστή Παλαμά και Γιώργου Σεφέρη.
Κατά τη διάρκεια της Κατοχής ιδρύθηκαν πολλοί εκδοτικοί οίκοι, όπως ο «Γλάρος», ο «Ίκαρος», οι « Φίλοι του βιβλίου», οι «Εκδόσεις Άλφα» και εκδόθηκαν βιβλία που είχαν μεγάλη απήχηση.
Αλλά οι πνευματικοί άνθρωποι, εκτός από τις πνευματικές, είχαν και βιοτικές ανάγκες που με τις συνθήκες της Κατοχής ήταν αδύνατο να ικανοποιήσουν και πείνασαν και υπέφεραν. Γι΄ αυτό μια από τις πρώτες διεκδικήσεις τους ήταν η λειτουργία συσσιτίου, το οποίο και πέτυχαν. Ωστόσο, υποστήριζαν και τις προσπάθειες άλλων οργανώσεων και των λαϊκών τάξεων για συσσίτια, ρουχισμό και τρόφιμα, συνυπογράφοντας τα σχετικά υπομνήματα. Έκαναν διαβήματα στις κατοχικές κυβερνήσεις, στον Αρχιεπίσκοπο Δαμασκηνό, στον Ερυθρό Σταυρό, στη Γερμανική Πρεσβεία, κατά της τρομοκρατίας και των εκτελέσεων, κατά της επιστράτευσης και της επέκτασης της βουλγαρικής κατοχής. Συμμετείχαν στις απεργίες των κλάδων τους υποστηρίζοντας τα λαϊκά αιτήματα. Συμμετείχαν σε κινητοποιήσεις για την απελευθέρωση κρατουμένων αγωνιστών.
Στην κηδεία του Κωστή Παλαμά (27 -2- 1943) έδωσαν «βροντερό παρόν» με τα πασίγνωστα ποιήματα του Άγγελου Σικελιανού και του Σωτήρη Σκίπη, που συγκλόνισαν ολόκληρο τον Ελληνικό λαό και όχι μόνο. Ηχείστε οι σάλπιγγες... Καμπάνες βροντερές / δονείστε σύγκορμη τη χώρα πέρα ως πέρα/ βογκήξτε τύμπανα πολέμου / οι φοβερές σημαίες ξεδιπλωθείτε στον αέρα / σ΄ αυτό το φέρετρο ακουμπά η Ελλάδα.... άρχισε με βροντερή φωνή ο Σικελιανός και ακολούθησε με το δικό του, επίσης αξιόλογο, ποίημα ο Σωτήρης Σκίπης: Μές΄από τα κάγκελα τ΄ αόρατα / της απέραντής μας φυλακής / μέσα στο κελί το σκοτεινό / δεν εβάσταξες στον πόνο της φυλής / κι έπεσες σα δρυς / από τα χτυπήματα / κάποιων ξυλοκόπων [...] κι έπεσες καθώς από σεισμό / πέφτει μια μαρμάρινη κολώνα / κάποιου πανάρχαιου ναού / σαν τον Παρθενώνα / ήρωα ποιητή του αιώνα!
Και καθώς το φέρετρο κατέβαινε τον τάφο, το μέγα πλήθος άρχισε να ψάλλει τον «Εθνικό Ύμνο», αψηφώντας τα χτυπήματα των Ιταλών καραμπινιέρων και των Γερμανών Γκεσταπιτών που το είχαν περικυκλώσει.
Ο Κ. Βάρναλης έκλεινε στην «Πρωία» τη νεκρολογία του με στίχους από το έπος του Διγενή Ακρίτα: Ο Ακρίτας είμαι Χάροντα / δεν περνώ με τα χρόνια / [...]Δε χάνομαι στα τάρταρα / μονάχα ξαποσταίνω / Στη ζωή ξαναφαίνομαι / και λαούς ανασταίνω.
Εκτός όμως από τα αξιόλογα λογοτεχνικά κείμενα που δημοσιεύθηκαν σε εφημερίδες και περιοδικά, τα οποία κυκλοφορούσαν «νόμιμα» ξεπερνώντας με διάφορους τρόπους τα εμπόδια που αντιμετώπιζαν από την τριπλή λογοκρισία
(ιταλική, γερμανική κι εκείνη της κατοχικής κυβέρνησης) και εκφράζανε την αντίθεση των πνευματικών ανθρώπων σε κάθε ιδέα υποταγής ή συνεργασίας με τους κατακτητές και με αναφορές στην αρχαία και τη νεότερη ελληνική ιστορία, υποδείκνυαν το σωστό δρόμο, δηλαδή το δρόμο της αντίστασης. Υπήρξαν πολλά καθαρά αντιστασιακά κείμενα που γράφηκαν κατά τη διάρκεια της Κατοχής και κυκλοφόρησαν από χέρι σε χέρι ή δημοσιεύθηκαν σε παράνομες εφημερίδες και περιοδικά, καθώς και πολλά που δε δημοσιεύθηκαν λόγω πληθώρας.
Οι πνευματικοί άνθρωποι τροφοδοτούσαν τα παράνομα έντυπα με ποιήματα και άρθρα. Έγραφαν εμβατήρια για τους αντάρτες, που μελοποιήθηκαν από αντιστασιακούς συνθέτες, αλλά και ποιήματα τα οποία απαγγέλλονταν σε συγκεντρώσεις που γίνονταν σε σπίτια και σκετς για Καραγκιόζη ή κουκλοθέατρο που παίζονταν στα νοσοκομεία και στα συσσίτια. Οργάνωναν «πάρτυ» στα σπίτια τους με εισιτήριο και οι εισπράξεις στέλνονταν στις αντιστασιακές οργανώσεις. Εκεί συζητούσαν για την Αντίσταση, για τα βιβλία, το θέατρο, για τα πνευματικά ζητήματα και απάγγελλαν ποιήματα.
Το σύνολο των μελών της « Εταιρείας Ελλήνων Λογοτεχνών» εντάχθηκε στο ΕΑΜ. Στην οργανωμένη Αντίσταση συμμετείχαν επίσης τα μέλη του «Συλλόγου Νέων Λογοτεχνών». Ελάχιστοι συγγραφείς που ήταν γνωστοί Μεταξικοί ή Γερμανόφιλοι δε συμμετείχαν, καθώς και ορισμένοι που δήλωσαν ότι για λόγους αρχής δεν εντάσσονταν σε ομαδικές οργανώσεις, αλλά υποστήριζαν την Αντίσταση.
Αγαπητοί συνάδελφοι, αξιωματικοί, υπαξιωματικοί, πυροσβέστες και πολιτικό προσωπικό. Το έπος του 1940 έχει να μας διδάξει πολλά. Όχι μόνο σαν Έλληνες αλλά και σαν ανθρώπους ανεξάρτητα από χρώμα, έθνος, θρησκεία ή φυλή. Η ελληνική αντίσταση στις ιμπεριαλιστικές διαθέσεις του Μουσολίνι και λίγο αργότερα της χιτλερικής κρεατομηχανής, παίρνει οικουμενικές διαστάσεις και αποκτά ένα ευρύτερο πνευματικό νόημα. Έχει σαν σκοπό να απελευθερώσει και να λυτρώσει το υποδουλωμένο στη βία και στην ανάγκη πνεύμα του ανθρώπου. Με την αντίσταση αυτή οι ηθικοί ορίζοντες της ιστορίας πλάτυναν απρόσμετρα θα πει ο μεγάλος ποιητής μας Άγγελος Σικελιανός.
Σήμερα, που ο άνθρωπος αλλοτριώνεται ολοένα και περισσότερο. Που στο όνομα κάποιων βάναυσα κακοποιημένων εννοιών, ποδοπατείται η ανθρώπινη αξιοπρέπεια και σ' ανήλιαγα μπουντρούμια τσαλαπατιούνται τα ανθρώπινα δικαιώματα. Σήμερα που ο πολεμικός ιμπεριαλιστικός οίστρος οδηγεί τον άνθρωπο σ' ένα χωρίς προηγούμενο στρατιωτικό εξοπλισμό, το ΟΧΙ των αγωνιστών του 1940 παίρνει ένα ιδιαίτερο βάρος σημασίας. Γίνεται η σφιγμένη γροθιά στα υψωμένα χέρια των αγωνιστών για λευτεριά, ειρήνη και δημοκρατία.
Γι αυτό σήμερα το μήνυμα του ΟΧΙ έχει να παίξει τεράστιο εθνικοενωτικό ρόλο. Πρέπει και μπορεί να μας κάνει να σταθούμε αποφασιστικά απέναντι στους τωρινούς εχθρούς. Να τους ξεκαθαρίσουμε ότι, δεν διεκδικούμε, αλλά και δεν παραχωρούμε τίποτα, Ότι αν χρειαστεί θα σταθούμε και πάλι αμετακίνητοι στις επάλξεις του έθνους, έτοιμοι για ένα ακόμα βροντόφωνο, μυριόστομο, πανεθνικό ΟΧΙ.
Σας ευχαριστώ
.
Η ομιλία έγινε από τον Επιπυραγό Σάββα Θοδωρή.