Ο ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΟΣ ΠΡΟΫΠΟΛΟΓΙΣΜΟΣ και η σημερινή πραγματικότητα 

του Αρχ/στη  Ντίνου Παναγιωτόπουλου         

 Τα τελευταία χρόνια οι διεκδικήσεις του κλάδου με ευθύνη των εκπροσώπων του κυβερνητικού συνδικαλισμού Δ.Α.Κ.Υ.Π.Σ. & Π.Α.Σ.Κ. Π. που διοικούν ως τώρα εναλλάξ την Ομοσπονδία, περιορίζονται σε επιδοματικού χαρακτήρα απολαβές, που ούτε αυξάνουν σημαντικά αλλά ούτε προστατεύουν τον μισθό από τον πληθωρισμό  και τις συνεχόμενες ανατιμήσεις  σε όλα τα επίπεδα.

   Χρόνια έχει να ακουστεί και να διεκδικηθεί  το αίτημα  για αύξηση στους βασικούς μισθούς και ενσωμάτωση επιδομάτων στον βασικό μισθό. Έχει ξεχαστεί το αίτημα αποζημίωσης της υπερεργασίας όπως στην εργατική νομοθεσία προβλέπεται. Από τα επιδόματα που δίνονται μετά από διεκδικήσεις, άλλα μειώνονται, (νυχτερινά) και άλλα προκαλούν γέλιο στον κάθε πικραμένο από το «υπέρογκο» ύψος τους όπως το λεγόμενο «επικίνδυνο και ανθυγιεινό».

    Ενώ όλα αυτά συμβαίνουν ο οικογενειακός προϋπολογισμός  «χτυπά» στο κόκκινο αν υπολογίσουμε μέσα σ' όλα τα υπόλοιπα  και τα έξοδα που απαιτούνται για το σχολείο και την εκπαίδευση των παιδιών ή για τα έξοδα που απαιτούνται για την υγεία μας. Είναι γεγονός πως μία οικογένεια για τη μόρφωση των παιδιών της ξεκινάει το δικό της Γολγοθά. Από την στιγμή που αυτά θα πάνε στον παιδικό σταθμό, μέχρι να βγουν στην αγορά εργασίας.

  Τα παιδιά, πριν ακόμη φτάσουν στην ηλικία του σχολείου και με τα πρώτα τους βήματα αρχίζοντας από κάποιο παιδικό σταθμό, επιβαρύνουν το οικογενειακό ταμείο τουλάχιστον κατά 200 έως 300 € το μήνα. Ο παιδικός σταθμός, όσο κι αν φαίνεται ότι δεν είναι απαραίτητος για ένα παιδί της προσχολικής ηλικίας, αποτελεί σημαντικό παράγοντα για την ανάπτυξη και  κοινωνικοποίησή του.

   Με την αρχή επίσης της σχολικής χρονιάς ένας μαθητής χρειάζεται ένα αξιοσέβαστο ποσό για υλικοτεχνική υποδομή. Το ποσό αυτό αυξάνεται ανάλογα με τις επιθυμίες των παιδιών αφού καθημερινά «βομβαρδίζονται» με διαφημίσεις που προβάλουν προϊόντα πολυεθνικών τα οποία κοστίζουν και περισσότερο. Πέραν όμως από τα βασικά που πρέπει να ασχοληθεί ένας μαθητής, έρχονται κι άλλες ανάγκες στις οποίες πρέπει να ανταπεξέλθει, όπως η εκμάθηση ξένων γλωσσών, ο αθλητισμός, η μουσική. Δραστηριότητες τις οποίες το εκπαιδευτικό μας σύστημα δεν εκπληρώνει, αφήνοντας και εδώ την ιδιωτικοποίηση να θησαυρίζει. Το κοστολόγιο ας πούμε για την εκμάθηση μιας ξένης γλώσσας κυμαίνεται, ανάλογα και σε ποια τάξη βρίσκεται, από 100 έως 150 €. το μήνα. Για την εκμάθηση ενός οργάνου θα χρειαστεί από 50 έως 100 €. Ενώ για να καλύψει τις αθλητικές του δραστηριότητες σ΄ ένα οργανωμένο αθλητικό κέντρο ή γυμναστήριο, η τιμή ανέρχεται περίπου στα 40 €.

  Όσο όμως οι ηλικίες ανεβαίνουν τόσο ανεβαίνει και το κοστολόγιο και τούτο γιατί ένα από τα σημαντικότερα έξοδα είναι αυτά του φροντιστηρίου. Η πλήρης λοιπόν προσαρμογή του εκπαιδευτικού συστήματος στους κανόνες της αγοράς, έχει άμεσες επιπτώσεις στην τσέπη, στο εισόδημά μας. Στο όνομα της ανταγωνιστικότητας που επικρατεί πλέον από τις πρώτες τάξεις του δημοτικού έως την τριτοβάθμια εκπαίδευση, ο μαθητής μπαίνει σε μία επίπονη διαδικασία φορτώνοντας το πρόγραμμα του με αρκετές ώρες φροντιστηρίου και κατά συνέπεια τις τσέπες των γονιών του σε μηνιαία βάση με δυσβάστακτα ποσά τα οποία κυμαίνονται ανάλογα με την τάξη και τον αριθμό μαθημάτων, από 100 μέχρι και 500 €. Βέβαια ούτε να το σκεφτούμε όταν ο μαθητής γίνει φοιτητής.

  Άλλη ανάγκη η οποία προκαλεί σημαντική αιμορραγία στο οικογενειακό ταμείο είναι και οι δαπάνες για την υγεία. Η ραγδαία αύξηση στα νοσήλια και στα φάρμακα, μας κάνει να μην σκεφτόμαστε καν ότι μπορεί να αρρωστήσουμε. Άλλωστε θα πρέπει  να γνωρίζουμε, ότι σύμφωνα με εκτιμήσεις, μια μέση  οικογένεια  καταναλώνει 1.400 €. το χρόνο για γιατρούς και φάρμακα.

  Μέσα σ ΄όλα αυτά τα πάγια έξοδα ήρθε να προστεθεί και το πετρέλαιο θέρμανσης. Οι τιμές στα καύσιμα έχουν εκτιναχθεί στα ύψη. Έτσι λοιπόν μία οικογένεια χρειάζεται ποσό προσαυξημένο τουλάχιστον κατά 75% την τελευταία διετία (40% πέρυσι & 35% για φέτος). Ειδικά για το συγκεκριμένο θέμα θα μπορούσαμε να βγάλουμε χρήσιμα συμπεράσματα για την τιμή του μαύρου χρυσού αν αναλογιστούμε ότι το 1 λίτρο παραγόμενου πετρελαίου στο Ιράκ κοστίζει 1 λεπτό του Ευρώ και η εταιρεία από την οποία ελέγχονται τα συγκεκριμένα αποθέματα ανήκει στον Ντικ Τσέϊνι πρώην αντιπρόεδρο των ΗΠΑ.

   Έτσι λοιπόν, αφού έχουμε υποστεί αυτή την αφαίμαξη, ούτε λόγος για πολιτισμό. Η ψυχαγωγία όπως κινηματογράφος, θέατρο αλλά και οι διακοπές, λόγω του υψηλού κόστους μοιάζουν με όνειρο θερινής νυχτός .

   Η σημερινή κυβέρνηση όπως και οι προηγούμενες, υλοποιώντας  τις αποφάσεις της Ε.Ε. για μείωση των δαπανών από τον κρατικό προϋπολογισμό για κοινωνικές ανάγκες όπως αυτές της υγείας και της παιδείας και ενισχύοντας ταυτόχρονα την ιδιωτική πρωτοβουλία, έχουν μετατρέψει σε στυγνές επιχειρήσεις χώρους που μέχρι  πρότινος χρησιμοποιούνταν σαν κοινωνικές παροχές για τον ελληνικό λαό. Έτσι η κάθε μορφή ιδιωτικοποίησης στο χώρο της παιδείας με τη δημιουργία ιδιωτικών πανεπιστημίων, σχολών και εκπαιδευτηρίων (ακόμα και στην πρωτοβάθμια εκπαίδευση) καθώς επίσης και η αυξανόμενη σχέση ιδιωτών με το δημόσιο σύστημα όπως φροντιστήρια, παροχές σε υλικοτεχνική υποδομή κλπ, δυσκολεύουν έως τα φτωχά λαϊκά στρώματα από την συνέχιση των σπουδών σε ανώτερο και ανώτατο επίπεδο.

   Καθώς επίσης και στον τομέα της υγείας η εξασθένηση του δημόσιου συστήματος και ταυτόχρονα η ενίσχυση ιδιωτικών εταιριών όπως και η ραγδαία αύξηση του κόστους των φαρμάκων, (πράγματα τα οποία υποτίθεται ότι θα πρέπει να παρέχονται δωρεάν από το Ελληνικό κράτος) φορτώνονται στις πλάτες μας κάνοντας έτσι τους μισθούς μας ανίσχυρους ακόμη και με αυτές τις πενιχρές αυξήσεις που μας υπόσχονται από τα μπαλκόνια.

   Μήπως λοιπόν πρέπει στις διεκδικήσεις μας να παίρνουμε σοβαρά υπόψη όλα αυτά και να τις συνδυάζουμε με τις ανάγκες που έχουμε, μ' όλα όσα συμβαίνουν  γύρω μας;

  Μήπως θα πρέπει να σταματήσουμε ν' αρκούμαστε μόνο σε επιδόματα και «αυξήσεις» που κανένα αντίχτυπο δε έχουν και «χάνονται» με την πρώτη ανατίμηση των αγαθών πρώτης ανάγκης, καθώς επίσης και από την αύξηση των έμμεσων και άμεσων φόρων; Να ξεκινήσουμε  από το βασικό μισθό. Εκεί να ρίξουμε το βάρος των οικονομικών διεκδικήσεών μας. Να ζητήσουμε 1.300 ευρώ βασικό στη κλίμακα του πυροσβέστη. Να βάλουμε στα αιτήματά μας το σταμάτημα της εμπορευματοποίησης της παιδείας, της υγείας, της ασφάλισης και περίθαλψης.

 

Συνάδελφοι,

    Υπάρχουν τεράστια θέματα που αγγίζουν άμεσα την καθημερινή μας ζωή και έπρεπε τα συνδικαλιστικά μας όργανα να είχαν ασχοληθεί. Ζητήματα τα οποία μας καίνε, όπως κάθε εργαζόμενο.

Σήμερα χρειάζεται κοινός αγώνας όλων των εργαζομένων για τα άμεσα και καυτά μεγάλα προβλήματα. Δεν υπάρχουν απομονωμένες «λύσεις» προβλημάτων. Όλοι οι εργαζόμενοι, ανεξάρτητα από κλάδο «βράζουμε στο ίδιο καζάνι». Μαζί πρέπει να αγωνιστούμε. Να δείχνουμε ταυτόχρονα τη συμπαράσταση μας σε κλάδους που βρίσκονται σε αγωνιστικές κινητοποιήσεις που ως αντικείμενο έχουν την καλύτερη διαβίωση του ελληνικού λαού, κατά συνέπεια και τη δική μας. Εμείς θα βγούμε κερδισμένοι.